Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

MARK VAN HOEN – “WHERE IS THE TRUTH” (2010)

O Μark Van Hoen ήταν παλαιότερα γνωστός στα ευρύτερα indie κυκλώματα της από την συμμετοχή τους στους υπέροχους shoegazers Seefeel και την μετέπειτα πιο pop electronic δουλειά του ως Locust. Τα τελευταία χρόνια έχει χαθεί από το προσκήνιο καθώς ασχολείται κάποια λίγο εχθρικά στο ευρύ κοινό πειραματικά soundscaping projects . Με το “Where Is The Truth”, όμως επιστρέφει σε πιο εύπεπτο ήχο με μεγάλη επιτυχία. Το άλμπουμ μοιάζει να είναι φτιαγμένο από παλιομοδίτικα υλικό: κλιμακωτή, post-rock σε σύλληψη ροή των κομματιών, άψογα παιγμένα ala Brian Eno σύνθια, trip-hoppy /soul αισθαντικότητα στα λίγα μελωδικά φωνητικά που χρησιμοποιεί. Όμως, ο Van Hoen τα δένει όλα τόσο ταιριαστά που ίσα-ίσα αντιλαμβάνεσαι τις 90’ς καταβολές του ήχου του. Ίσως, γιατί υπάρχει μια εσωτερική συναισθηματική αναζήτηση σε πρώτο πλάνο σε όλο το άλμπουμ, καθώς ο Van Hoen ανακάλυψε στα 46 (!) του ότι έχει μεγαλώσει με θετούς γονείς – εξ ου και ο τίτλος “Where Is The Truth”. Πάντως, εάν θέλετε να ακούσετε ένα άριστα δομημένο άλμπουμ σύγχρονης electronica που δεν είναι ούτε hypnagogic, ούτε dubstep, τότε βρήκατε τον μάστορα σας.

((E A R)) ((E Y E))

FLASHBACK REPOSITORY - "FLASHBACK REPOSITORY" (2010)

Κάτι λιγότερο από 30 λεπτά είναι αυτή η κυκλοφορία από την Olde English Spelling Bee, που χωρίζεται σε δύο μόλις κομμάτια, τις δύο δηλαδή πλευρές της συλλεκτικής έκδοσης των 425 κοπιών βινυλίου. Μια πλειάδα μουσικών, μια μουσική κολεκτίβα καλύτερα, είναι υπεύθυνη για αυτά τα δύο κομμάτια, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν σαν drone, ψυχεδέλεια και ambient μουσική. Από ήρεμους ήχους δημιουργείται ένα μουσικό υπόβαθρο, ένα ατμοσφαιρικό χαλί πάνω στο οποίο πατάνε ήχοι από synths, σκόρπιες νότες που συνδέουν αργόσυρτες μελωδίες, ένα χαλαρωτικό και αιθέριο κολλάζ με πολλά delay και reverbs. Υπάρχει μια ολόκληρη θεωρία πίσω από αυτό το δίσκο, που έχει να κάνει με συνειδητά, υποσυνείδητα και μύθους, που δικαιολογεί, εν μέρει, αυτή τη space αισθητική που διατρέχει όλη την διάρκεια των δύο πλευρών του δίσκου, που κατορθώνουν να έχουν μια καλή ροή – η πολυεπίπεδη drone συρραφή και οι ήχοι που επιπλέουν από πάνω της κυλούν ευχαρίστα, δεν κουράζουν και σε καμία στιγμή δε βαλτώνουν, κάτι που είναι σαφώς πολύ σημαντικό για τέτοιου είδους μουσική και επίσης πολύ σημαντική είναι η ψυχεδελική υφή που βγαίνει εντελώς αβίαστα και σε αυτό, θυμίζει, κάπως αμυδρά, τον Lichens.

((E A R))
((E Y E))

ZS - "NEW SLAVES" (2010)

Έχει σκάσει μύτη εδώ και μερικές μέρες στα μουσικά Blog, αυτό το περίεργο και γοητευτικό album, μα το άκουσα μόλις χθες και μου πήρε, ολίγον, τα μυαλά. Οι ZS είναι ένα τρίο από το Brooklyn, ( Sam Hillmer (σαξόφωνο), Ian Antonio (κρουστά και electronics), Ben Greenberg (ηλεκτρική κιθάρα και electronics) και το New Slaves βγαίνει από την Social Registry. Ο ήχος της μπάντας είναι πειραματικός, υπερβολικά στατικός, θορυβώδης, με πολλή ενέργεια και περιέργους ήχους και η αλήθεια είναι ότι είτε θα σε κερδίσει στα πρώτα δευτερόλεπτα, είτε δεν θα σου αρέσει καθόλου από την αρχή. Τα (χωρίς φωνητικά) κομμάτια δεν δείχνουν να έχουν ιδιαίτερη εξέλιξη με το χρόνο, για την ακρίβεια τα περισσότερα από τα οχτώ μέρη στα οποία χωρίζεται ο δίσκος (που πολλές φορές ενοποιούνται) δεν έχουν καμία απολύτως εξέλιξη. Κοφτοί ήχοι που κινούνται σε κύκλους, χωρίς μελωδικές προφάσεις, μια βαβούρα από την κιθάρα και το σαξόφωνο, όλα «πειραγμένα» σε τέτοιο βαθμό που δεν αναγνωρίζονται, ένα διαρκές επαναλαμβανόμενο πράγμα που κολλάει σα βδέλλα στον εγκέφαλο. Είναι κάπου ανάμεσα στη free jazz, την electronica και το noise και υπάρχουν σαφείς ομοιότητες με Boredoms (κυρίως), Black Dice, John Zorn – για να αναφέρω μερικούς. Αυτό το πρωτόλειο υβρίδιο μοιάζει να έχει μεγάλα αποθέματα ενέργειας και αμεσότητας, είναι στιγμές που νομίζεις πως ακούς αλλόκοτη χορευτική μουσική και σε γενικές γραμμές είναι ένα επίπεδο πιο πάνω από πολλά μουσικά σχήματα που κάνουν κάτι παρόμοιο, μιας και οι ZS καταφέρνουν να βγάλουν ένα αξιοπρόσεκτα «ζωντανό» και ευθύ ήχο.

((E A R))
((E Y E))

Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

T++ - "WIRELESS" (2010)

Τέσσερα μόλις κομμάτια περιέχει αυτή η κυκλοφορία από την Honest Jon’s, αρκετά μεγάλα σε διάρκεια, με αποτέλεσμα να χωρέσουν σε δύο 12’’. Πίσω από το αινιγματικό Τ++, κρύβεται ο βετεράνος παραγωγός Torsten Profrock, μέλος των Monolake και της τέκνο σκηνής της Γερμανίας, με πλούσιο βιογραφικό και συμμετοχή σε πολλές κυκλοφορίες . Σαν Τ++ εμπλουτίζει τα ρυθμικά και επιθετικά μέρη, το dub, τη χορευτική μουσική, με πολλά διαφορετικά στοιχεία που δίνουν τελικά μια έντονη ατμόσφαιρα. Σαν άκουσμα το Wireless απλώνεται από την πειραματική ηλεκτρονική μουσική, μέχρι το dubstep και σα δομή οι κοφτοί επαναλαμβανόμενοι ρυθμοί του ρέουν στο χώρο πλάθοντας μια λίγο σκοτεινή και κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Δεν μιλάμε για κάτι απλό και λιτό – το σύνολο είναι πλούσιο σε ήχους, διακρίνονται samples από αφρικανικές μουσικές, τα Beats είναι πολυεπίπεδα, η παραγωγή κάπως βρώμικη και μουντή. Η τελική αίσθηση που σου αφήνει αυτή η κυκλοφορία, είναι η αλλόκοτη δύναμη που εμπεριέχει με τη μίξη αυτών των, κατακρεουργημένων μεν διακριτών δε, ήχων από την Αφρική με τη καθαρή τέκνο μουσική, η βαριά και μονολιθική του εξέλιξη και η ευκολία αυτών των τεσσάρων κομματιών να σε παρασύρουν στο ρυθμικό τους κόσμο.

((E A R))
((E Y E))

Κυριακή 23 Μαΐου 2010

DENSELAND – “CHUNK” (2010)

Οι Denseland είναι ένα πολύ ενδιαφέρον νεοσύστατο avant electronica τρίο που αποτελείται από τον improv vocalist David Moss από την Αγγλία με βαρύ βιογραφικό κυρίως στο θέατρο και τους άσημους σχετικά βερολινέζους Hannes Strobl (μπάσο και ηλεκτρονικά) και Hanno Leichtmann (κρουστά και ηλεκτρονικά). Στο “Chunk” ασκούνται με επιτυχία σε μια πολύ πρωτότυπη μίξη post techno ρυθμικότητας με την πιο άτονη και μινιμαλιστική πλευρά του σύγχρονου improv. Ο Leichtmann χτίζει ένα αδιάκοπα ρέον κρουστικό ηχητικό χαλί και ο Strobl ολοκληρώνει τις λεπτομέρειες είτε με μυστηριακές μικρολoύπες είτε με jazz/funky μπασογραμμές. Την διαφορά, όμως, την κάνει ο ευρηματικότατος Moss που στα πιο ρυθμικά κομμάτια επιδίδεται σε ακατάληπτους βοκαλισμούς δημιουργώντας μικρά sound-poetry αριστουργήματα. Από την άλλη, όταν η μουσική γίνεται πιο άμορφη και ελευθεριακή δε διστάζει να παραγάγει αλλοιωμένους λαρυγγισμούς που δένουν άψογα με το μουσικό υπόβαθρο σε βαθμό που δύσκολα τους ξεχωρίζεις από τις ηλεκτρονικά τερτίπια των γερμανών. Έτσι, το “Chunk” αποκτά το σπάνιο χάρισμα να λειτουργεί και ως ρευστή ambient electronica μουσική που μπορεί να παίζει στο υπόβαθρο καθημερινών αστικών δραστηριοτήτων, αλλά και ως ένα πολύπλοκο αυτοσχεδιαστικό κολλάζ που εάν το ακούσεις προσεκτικά θα αντικρίσεις μια υποβόσκουσα σουρεαλιστική διάσταση που μπορεί να σε “καταπιεί” αβίαστα.

((E A R)) ((E Y E))

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

RANGDA - "FALSE FLAG" (2010)

Ξεκινώντας για μία ακόμη φορά με εγκυκλοπαιδικές γνώσεις (στην ουσία ένα απλό κοίταγμα στο Wikipedia), το όνομα αυτού του υπέρ-γκρουπ το έχει δανείσει μία θεότητα στο Μπαλί, μία κακιωμένη και δαιμονισμένη βασίλισσα, που έχει ολόκληρο στρατό από επίσης κακιωμένες μάγισσες και τρομοκρατεί το κόσμο, τρώει παιδία και επιτίθεται διαρκώς στον καλό Barong. Οι Rangda λοιπόν είναι ένα τρίο αποτελούμενο από μυθικής υπόστασης φιγούρες της πειραματικής και καθαριστικής σύγχρονης μουσικής. Έχουμε τους βιρτουόζους Ben Chasny ( Six Organs Of Admittance) και Sir Richard Bishop (με την 25 έτη καριέρα, κυρίως με τους μοναδικούς Sun City Girls και με πρόσφατα σόλο διαμάντια, ανατολίτικων κυρίως μελωδίων) στις κιθάρες και τον ανεξέλεγκτο Chris Corsano, έναν από τους πιο ταλαντούχους αυτοσχεδιαστές ντράμερ, με αναρίθμητες συμμετοχές σε αναρίθμητα διαφορετικά ακούσματα που ξεκίνησε από τους Sunburned Hand Of A Man. Όταν λοιπόν μου είπε ο Γεωργέας ότι βλεφάρισε κάπου ένα επερχόμενο άλμπουμ της Drag City με αυτούς τους τρείς, μου σηκώθηκε η τρίχα κάγκελο. Εντάξει, οι περισσότερες τέτοιου βεληνεκούς συνεργασίες είναι υποδεέστερες των προσδοκιών, αλλά υπάρχουν και λίγες που ξεχωρίζουν. Ε, αυτή εδώ είναι μία από τις δεύτερες. Όταν άκουσα για πρώτη φορά το False Flag, δεν ήξερα τι να περιμένω, αυτοί οι μουσικοί είναι πλήρως απρόβλεπτοι, μα υπέθετα ότι θα υπήρχαν κάποιες σκόρπιες μελωδίες, 20λεπτά κομμάτια, ατμοσφαιρικοί θόρυβοι και συνεχής εναλλαγές σε ρυθμούς. Τελικά έπεσα έξω. Αυτός που κρατάει τα ηνία και τραβάει τους υπόλοιπους σε ένα εξαντλητικό session, είναι φυσικά ο Corsano, που είναι μανούλα σε κάτι τέτοια. Αυτός καταπιάνεται με δαιμονιώδεις ρυθμούς και πυρπολεί τα drums του με απίστευτη ενέργεια, με αποτέλεσμα οι Chasny και Bishop να αναγκάζονται σε ένα θορυβώδες, ψυχεδελικό θόρυβο, ένα χαοτικό ροκ βόρβορο. Οι κιθάρες βουίζουν και μουγγρίζουν όλη την ώρα και τα feedback είναι τέρμα. Αυτό συμβαίνει στα 4 εκ των έξι κομματιών, μιας και το Sacophagi είναι ζένα ήρεμο πέρασμα, με μαγευτικές εναλλασσόμενες μελωδίες και το τελευταίο κομμάτι, το Plain of Jars, είναι τελικά αυτό που περίμενα εγώ να ακούσω, ένα αργόσυρτο σε εξέλιξη και αυτοσχεδιαστικό σε αισθητική δεκαπεντάλεπτο έπος, άκρως ψυχεδελικό, μυστικιστικό και ατμοσφαιρικό – είναι εδώ που οι Chasny και Bishop παίρνουν την σκυτάλη από τον Corsano. Μόνη λοιπόν ένσταση τα κάπως ασύνδετα στη ροή δύο αυτά κομμάτια, τα οποία μπορεί, σε κάποιους, να λειτουργήσουν αρνητικά. Σε μένα πάντως, όχι.

((E A R))
((E Y E))

Τρίτη 18 Μαΐου 2010

JIM SHEPARD - "V-3 NEXT ALBUM" (2010)

Δεν θα το παίξω κλασσικός ξερόλας, του τύπου πάντα ήξερα τον Jim Shepard, έχω ακούσει όλα τα abum που έχει βγάλει, σόλο ή και με τα συγκροτήματα του, πριν αυτοκτονήσει κάπου στο 1999. Η αλήθεια είναι ότι ήρθα πρόσφατα σε επαφή με την μουσική του, άκουσα αρχικά το Picking Through The Wreckage With A Stick, του 1995, το μοναδικό σόλο album που είχε κυκλοφορήσει (siltbreeze) και αφού μου άρεσε αρκετά, έψαξα περισσότερα πράγματα για αυτόν και τα συγκροτήματα στα οποία συμμετείχε. Ο Shepard λοιπόν, γέννημα θρέμμα του Ohio, ήταν πέρα από μουσικός, ποιητής και παραγωγός, και σαν κιθαρίστας (βασικά) αναμίχτηκε με τα συγκροτήματα Vertical Slit, Phantom Limb, V-3 και Ego Summit. Μοναχικός και αποστασιοποιημένος εκ φύσεως, συνέχισε σόλο για λίγο καιρό, πριν βάλει τέλος στη ζωή του, στα 41 χρόνια του. Τώρα αυτό το album που κυκλοφορεί από την Fan Club, αποτελείται από ακυκλοφόρητο υλικό που ο Shepard είχε γράψει λίγο μετά τους V-3. Σαν ήχος, ότι βρίσκεται σε αυτό το δίσκο, θυμίζει έντονα την κιθαριστική επιθετικότητα των 90’s και, κυρίως, τον ήχο της Νέας Ζηλανδίας εκείνη την εποχή. Η κιθάρα του Shepard και η βαθιά, μπάσα και μελαγχολική φωνή του, φέρνει πολύ έντονα στο νου τον Peter Jeffries και η ηχογράφηση θυμίζει επίσης κάτι από την αλμυρή υγρασία της Νέας Ζηλανδίας. Υπάρχουν βέβαια διάσπαρτα διάφορα πρώιμα ηλεκτρονικά στοιχεία, field recordings, μπάσο, ακόμη και πνευστά και σε γενικές γραμμές οι μελωδίες και οι συνθέσεις έχουν μία απλότητα και αμεσότητα, είναι σύντομες και αρκετά ατμοσφαιρικές και επιπλεόν, απ' όσο μπόρεσα να διακρίνω, οι στίχοι είναι κοφτεροί σα μαχαίρι. Το V-3 Next Album είναι ένα πραγματικά θορυβώδες ποίημα μιας άλλης εποχής, όχι τόσο μακρινής και ενδείκνυται σε όσους είναι συναισθηματικά δεμένοι με τις ηχητικές παραμορφώσεις των Dead C, των Sonic Youth, των Bardo Pond.

((E A R))
((E Y E))

Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

KONONO No1 - "ASSUME CRASH POSITION" (2010)

Δεύτερο album για την μπάντα-ορχήστρα από το Κονγκό με πλήρες όνομα L'orchestre Folklorique Tout Puissant Konono N° 1 de Mingiedi . Μετά το κάπως πρωτόλειο Congotronics που είχε κερδίσει τους πάντες με την αμεσότητα των ρυθμών του και την απλότητα των μελωδιών σε κρουστά και όργανα που είχαν φτιάξει κυρίως οι ίδιοι και έπειτα από αρκετές συναυλίες ανά τον κόσμο, σε συμμετοχές στο ATP και ένα live album, επιστρέφουν με καινούργιο υλικό. Το Assume Crash Position, με το πρώτο άκουσμα δεν μοιάζει ούτε τόσο αυθόρμητο, ούτε τόσο λιτό, όσο το Congotronics. Φυσικά εξακολουθούν τα mbira ή likembé (όπως ονομάζονται αυτά τα μικρά Αφρικάνικα όργανα από ξύλο και μέταλλο που ο ήχος τους μοιάζει με κάτι μεταξύ πιάνου και μεταλλόφωνου) να αποτελούν το βασικό συνθετικό στοιχείο της μουσικής τους, κάτι σα τη μουσική σφραγίδα των Konono, φυσικά εξακολουθούν να ακούγονται κόρνες και σφυρίχτρες και φυσικά εξακολουθούν να έχουν μαγευτικούς ρυθμούς γεμάτους ενέργεια – ένα στοιχείο της μουσικής στο οποίο η Αφρικανική ήπειρος είναι μίλια μπροστά από οποιοδήποτε άλλον. Η πιο βασική προσθήκη αυτού του δίσκου από την Crammed Records στη παραισθητική πανδαισία των Konono, είναι η πολυεπίπεδη διαστρωμάτωση της μουσικής τους, οι πιο δουλεμένες μελωδικές γραμμές, ο πλούσιος ήχος από πολλά όργανα, η περίπου ορχηστρική χροιά των συνθέσεων. Αν το Congotronics έφτανε σε επίπεδα τελειότητας την ρυθμική απλότητα μιας μπάντας του δρόμου από την Κινσάσα, το Assume Crash Position είναι η μίξη της μουσικής αυτής με ηλεκτρικές κιθάρες, μπάσο, drums, καλή παραγωγή – ένα επικό πολυπρόσωπο ensemble, κάτι σα σύγχρονη jazz (στο βασικό πυρήνα αυτής της έννοιας). Εξαίσιο…

((E A R))
((E Y E))

Τρίτη 11 Μαΐου 2010

SOUNDIET@VMRADIO (10|05|10)


1. Dolphins Into The Future - "Observations Through The Halocline Of The Worlds Part I" [the music of belief]
2. Emeralds – "Now You See Me" [Does It Look Like I'm Here?]
3. Rangers - "golden triangles" [suburban tours]
4. Peter Jefferies – "Cold View" [The Last Great Challenge In A Dull World]
5. Neil Young - "ambulance blues" [on the beach]
6. Jack Rose – "Everybody Ought To Pray Sometime (Crumpton, Summers)"[Luck In The Valley]
7. John Fahey - "hard times on the empty bottle pt.1" [hard times on the empty bottle]
8. Trembling Bells – "Adieu England" [Abandoned Love]
9. Michael Yonkers - "will it be" [lonely gold]
10. Bill Callahan – “Lapse” [Stroke- Songs for Chris Knox]
11. Actress - "paint, straw & bubbles" [s/t]
12. Daniel Johnston – “Must” [Beam Me Up!]
13. Peter Brotzmann - "ya nasim al-sahri" [a night in sana'a[arm]]
14. Cyro Baptista – “Mr. Bugaloo” [Beat the Donkey]
15. Omar Rodriguez Lopez & John Frusciante – “0=2” [Omar Rodriguez Lopez & John Frusciante]
16. Hellvete – “vleermuisarmen” [De Gek]
17. Pocahaunted - "make it real" [s/t]
18. The Melvins – “Pig House” [The Bride Screamed Murder]
19. Mike Patton – “Ford Mustang” [Great Jewish Music: Serge Gainsbourg]
20. Jim O'Rourke – “After the Fox” [All Kinds of People ~ Love Burt Bacharach]
21. The One Ensemble - "the syntax" [other thunders]
22. Simeon Jacob Kharilker – “Ashir” [Shir Hodu (Jewish Song From Bombay Of The 30s)]
23. Ghédalia Tazartès – “Voyage a l'ombre 6” [Voyage à l'ombre]
24. The Mantles – “Lily Never Married” [Mexican Summer & Waterloo Compilation]
25. Michael Flower – “the window is a river” [returning to knowing nothing]
26. Vibracathedral Orchestra – “Rich Witch” [Joka Baya]
27. Omar Souleyman –“Li Raja Behawakom (I Beg You, Baby)” [Jazeera Nights]
28. The Knife – “We Share Our Mother's Health” [Silent Shout]
29. Oneohtrix Point Never – “Returnal” [Returnal]


((E A R))
((E Y E))

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

OMAR SOULEYMAN - "JAZEERA NIGHTS" (2010)

Αυτή είναι η τρίτη κυκλοφορία του Σύριου Omar Souleyman από την Sublime Frequencies και περιέχει ζωντανές ηχογραφήσεις από την δεκαπενταετή καριέρα του καλλιτέχνη σε γιορτές και πανηγύρια - κομμάτια διαλεγμένα από τις αμέτρητες κασσέτες που ο ίδιος έχει κυκλοφορήσει εντός των συνόρων, κυρίως στα ντόπια παζάρια. Πρέπει να ομολογήσω πως τα λόγια είναι κάπως περιττά. Η περίεργη αυτή περσόνα που εμφανίζεται παντού με την κουφίγια (την παραδοσιακή μαντίλα), με γυαλιά ηλίου και πυκνό μουστάκι, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι άτομο μειωμένης ευφυΐας, ο τρελός του χωριού, ο αρχιμαφιόζος της νοτιοανατολικής μεσογείου, το τελευταίο όνομα σε μία ταμπέλα σκυλάδικου γ’ διαλογής της εθνικής οδού Αθηνών- Λαμίας. Παρ’ όλα αυτά είναι ένας μουσικός θρύλος , διάσημος πια και πέρα από τα σύνορα της χώρας του, που μετατρέπει όλο το κιτς της σύγχρονης αραβικής κουλτούρας (όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την Syrian Dabke (την τοπική φολκλορική μουσική για χορό και πάρτι) σε τρομερά brake-core μπιτάκια που θα ζήλευαν ο Kid 606 ή o dj/Rupture. Οι ταχύτητες της μουσικής είναι εξοντωτικές, οι ασταμάτητες και ατελείωτες μελωδίες στα παλιομοδίτικα synths βάζουν φωτιά στα πλήκτρα, τα σόλο στα υπόλοιπα όργανα έχουν μια απίστευτη ενέργεια, η φωνή του σμιλεμένη με την υποκουλτούρα, το αποτέλεσμα καταλήγει να είναι ένα καταιγιστικό ψυχεδελικό συνονθύλευμα που από το πρώτο δευτερόλεπτο είτε σε πωρώνει, είτε σε εκνευρίζει και δεν θες να το ακούσεις, μα σίγουρα είναι τόσο μοναδικό που δεν σε αφήνει αδιάφορο.

((E A R))
((E Y E))